30 Νοεμβρίου 2013

Ο θάνατος της Μπελλ, του Georges Simenon.

Ο καθηγητής Σπένσερ Άσμπυ, παντρεμένος με την κοινωνικά δραστήρια Κριστίν, είναι πεισματικά κλεισμένος στο μικρόκοσμό του. Η ζωή του όλη είναι το σχολείο, το σπίτι και οι κοινωνικές εκδηλώσεις στις οποίες τον σέρνει η γυναίκα του. Στο σπίτι, έχει διαμορφώσει ένα υπογειάκι σε ιδιωτικό εργαστήριο. Εκεί διορθώνει τα γραπτά των μαθητών του, εκει φτιάχνει τις ξυλοκατασκευές του στον τόρνο. Μια νύχτα, η φιλοξενούμενή τους, η Μπελλ, κόρη μιας φίλης της γυναίκας του, θα κακοποιηθεί σεξουαλικά, θα δολοφονηθεί στο δωμάτιό της. Ο Σπένσερ, εκείνο το βράδυ, δουλεύει στον τόρνο, στο εργαστήριό του. Η γυναίκα του λείπει. Στη θέα του πτώματος, επηρεασμένος από υπονοούμενα των γιατρών και των αστυνομικών για τη ζωή της Μπελλ, θα αναγκάστει να δει, για πρώτη φορά, τη Μπελλ ως γυναίκα. Θα του γίνει έμμονη ιδέα. Οι έρευνες θα τον φέρουν σε επαφή με έναν τρόπο ζωής που αγνοούσε, ή επέμενε να αποφεύγει. Από τη δυσπιστία με την οποία τον αντιμετωπίζει η μικρή κοινωνία θα συνειδητοποιήσει την υποκρισία της. Ο Σιμενόν, με τη διαβόητη προσωπική ζωή, περιγράφει, για μια ακόμα φορά, την άγαρμπη επανάσταση ενός καταπιεσμένου άντρα.

"Ο Ράιαν ένιωθε την ανάγκη -όπως όλοι οι δειλοί, σκεφτόταν ο Άσμπυ, όλοι οι τιποτένιοι- να μοστράρει ένα απατηλά αθώο χαμόγελο." σελ. 44

"Όταν τους συνέβαινε, όπως συμβαίνει σε όλο τον κόσμο, να αισθανθούν κάποια συγκίνηση, ένα απαλό, ανεπαίσθητο, εύθραυστο κύμα τρυφερότητας να τους πλημμυρίζει, τότε, σαν να ντρέπονταν γι' αυτό, άρχιζαν αμέσως να μιλούν για διάφορους γνωστούς τους ή για πράγματα που έπρεπε να αγοράσουν." σελ. 76

"Γνώριζε όμως τώρα έναν άνθρωπο με τον οποίον η Μπελλ είχε ζήσει κι αυτό την έκανε πιο ζωντανή στα μάτια του. Και πιο παιδί επίσης." σελ. 116

"Είτε ήταν είτε δεν ήταν αυτή η κοπέλα που είχε πιει το κοκτέιλ στο νυχτερινό κέντρο, ανάμεσα στις δυο γυναίκες υπήρχαν κοινά χαρακτηριστικά· ζούσαν κι οι δυο ένα είδος ζωής που εκείνος μόνο θεωρητικά το γνώριζε." σελ. 124

"Αναγκαστικά με τον τρόπο της. Έτσι ήταν σίγουρη για την γενική αποδοχή, εφόσον ο τρόπος της ήταν ο τρόπος της ομάδας." σελ 172

"Χιλιάδες άνθρωποι σκοτώνονταν καθημερινά κατά μήκος του αυτοκινητόδρομων, χιλιάδες χαροπάλευαν κάθε νύχτα στο κρεβάτι τους, αλλ' αυτό δεν προκαλούσε κανέναν πυρετό στο κοινωνικό σώμα. Έτσι, όμως, και μία κοπελίτσα, μια οποιαδήποτε Μπέλλ Σέρμαν, στραγγαλίζονταν, όλα τα κύτταρα έμπαιναν σε συναγερμό." σελ.191

"Αυτοί οι άνθρωποι τίποτε δεν φοβούνται περισσότερο από την ειρωνεία. Καλό θα ήταν να απαντά κανείς σοβαρά στις ερωτήσεις που εκείνοι θεωρούν σοβαρές." σελ. 195

"Αυτό που είχε σημασία ήταν να γελάς ή να χαμογελάς, να λες ό,τι σου κατέβει αρκεί να μην αφήσεις να πέσει η σιωπή." σελ. 206




Watcher in the attic του Noboru Tanaka

Στη δεκαετία του είκοσι, ο χαραμοφάης ήρωας, που μοιάζει με Ιάπωνα Νίκο Νομικό,


ζει σε ένα συγκρότημα σπιτιών/δωματίων μαζί με έναν παπά που δεν χωνεύει (ο οποίος την πέφτει και στην υπηρέτρια) και μια εκκεντρική εικαστικό που φτιάχνει περίεργα έργα.


Η γυναίκα ενός διπλωμάτη θα νοικιάσει ένα από τα δωμάτια. Ο ήρωας θα την παρακουλουθήσει ενώ κάνει έρωτα με έναν κλόουν. Συνηθίζει, βλέπετε, πηγαίνοντας από σοφίτα σε σοφίτα, να παρακολουθεί τους ενοίκους.


Η γυναίκα του διπλωμάτη θα τον καταλάβει, θα προσέξει το μάτι του στην τρύπα του ταβανιού. Η έλξη θα είναι αμοιβαία. Ο σωφέρ της γυναίκας του διπλωμάτη είναι τόσο ερωτευμένος μαζί της που όχι μόνο τη διευκολύνει να συναντάει τους εραστές της χωρίς να υποψιάζεται τίποτα ο άντρας της, αλλά έχει βάλει να κατασκευάσουν μια κόκκινη πολυθρόνα για να αναπάυεται, η κυρία του, στο σπίτι της.


Η πολυθρόνα είναι πάντα ζεστή γιατί βρίσκεται εκείνος μέσα. Κάποια στιγμή, η γυναίκα του διπλωμάτη και ο χαραμοφάης θα αρχίσουν να σκοτώνουν, με ευφάνταστους τρόπους, όλους αυτούς του δευτερέυοντες χαρακτήρες. Και θα βρεθούν, επιτέλους, στην σοφίτα, αγκαλιά. 


Μόνο που τότε θα γίνει ο μεγάλος σεισμός του Τόκυο (1923). Στην τελική σκηνή, η υπηρέτρια, η μόνη επιζώσα από όλον τον πολύχρωμο θίασο, γυμνόστηθη, αντλεί αίμα στα ερείπια. 


Μια ιαπωνική ερωτική ταινία.


29 Νοεμβρίου 2013

Night of the Demon του Jacques Tourneur

Στην ατμοσφαιρική ταινία τρόμου του Tourneur οι καλοί τα λένε παίρνοντας υπέροχες πόζες,


ενώ ο κακός διαθέτει μια σπουδαία συλλογή (αποκρυφιστικών) βιβλίων.



21 Νοεμβρίου 2013

The Left Bank Gang του Jason


"Γιατί φτιάχνουμε κόμικς;" ρωτάει ο Φιτζέραλντ τον Χέμινγουεϊ ενώ παίζουν πινγκ πονγκ. Την απάντηση θα τη δώσει, στον Χέμινγουεϊ, ο Τζόυς, κατά τη διάρκεια ενός αγώνα μποξ : ¨ Ίσως γιατί διαβάζαμε κόμικς μικροί. Αν παίζαμε ποδόσφαιρο ή σκαρφαλώναμε δέντρα, σήμερα, θα ήμασταν φυσιολογικοί. Θα είχαμε φυσιολογικές δουλειές. Θα ήμασταν οδηγοί νταλίκας ή μαραγκοί. Θα ήμασταν ευτυχισμένοι". Στην ευφυή κινητή γιορτή του Νορβηγού Jason, ο Χέμινγουεϊ, ο Φιτζέραλντ, ο Τζόυς, ο Πάουντ, η Στάιν είναι καρτουνίστες, στο Παρίσι της δεκαετίας του '20. Διαβάζουν, φιλοσοφούν, δημιουργούν αλλά δεν τα βγάζουν εύκολα πέρα. Μέχρι τη στιγμή που μια ριψοκίνδυνη ιδέα του Χέμινγουεϊ θα μας θυμίσει το The Killing του Κιούμπρικ.


19 Νοεμβρίου 2013

Το Παρίσι Δεν Τελειώνει Ποτέ, του Ενρίκε Βίλα-Μάτας.

Tο βιβλίο του Βίλα-Μάτας έχει τη μορφή μιας διάλεξης. Μιας διάλεξης για τον Χέμινγουεϊ, τον παιδικό του ήρωα, που τον ώθησε να γίνει συγγραφέας. Για το Παρίσι, στο οποίο, επηρεασμένος από το Μια Κινητή Γιορτή του Χέμινγουεϊ, πήγε να ζήσει, όταν ήταν νέος, για να γράψει το πρώτο του μυθιστόρημα. Για τη δημιουργία του πρώτου του μυθιστορήματος και τις συμβουλές/οδηγίες της σπιτονοικοκυράς του, της Μαργκερίτ Ντυράς - από τότε που του τις έδωσε, τις είχε πάντα στην κωλότσεπη. Για τον Περέκ, τους Καταστασιακούς, τον Μπόρχες, τα καφενεία, τις τραβεστί, τους Ισπανούς εξόριστους, το σινεμά. Και, τέλος, για την ειρωνεία. Η αφήγηση χοροπηδάει μεταξύ του τώρα της διάλεξης, του τότε των νεανικών χρόνων και της επίσκεψης στο Παρίσι, την προηγούμενη της διάλεξης χρονιά, με την γυναίκα του. Ο Βίλα-Μάτας δεν παίρνει ποτέ στα σοβαρά την ιστορία του, δεν αναπολεί τα νεανικά του χρόνια, πάντα θα προσπαθήσει να απομυθοποιήσει πρόσωπα και καταστάσεις - και κυρίως, τον εαυτό του. Το μόνο που παίρνει στα σοβαρά είναι η εμφανισιακή του ομοιότητα με τον Χέμινγουεϊ. Αλλά κανείς δε φαίνεται να συμφωνεί μαζί του σ' αυτό. Το  "Το Παρίσι δεν τελειώνει ποτέ" είναι από τα βιβλία, εκείνα, τα γεμάτα αποφθέγματα, αναφορές και τσιτάτα:

Το έχει ήδη πει ο Πασκάλ: "Είναι σχεδόν αδύνατο να προσποιείσαι ότι αγαπάς χωρίς τελικά να μεταμορφωθείς σε εραστή." (σελ.9)

"Το παρελθόν", έλεγε ο Προυστ, "όχι μόνο δεν είναι φευγαλέο αλλά δεν το κουνάει ρούπι." (σελ. 21)

"Είδα την αιωνιότητα τις προάλλες", έγραψε ο Βον σ' έναν τολμηρό στίχο. (σελ.38)

"Πολλές φορές καταπιάστηκα με τη μελέτη της μεταφυσικής, αλλά με διέκοπτε η ευτυχία", έλεγε ο Μασεδόνιο Φερνάντες. (σελ. 82)

"Αν η πραγματικότητα είναι μια δολοπλοκία", λέει ο Ρικάρδο Πίλια, "η ειρωνία είναι μια ιδιωτική δολοπλοκία, μια συνωμοσία εναντίον αυτής της δολοπλοκίας." (σελ. 86)

"Δεν υπάρχει βαρύτερο φορτίο απ' την ελαφριά γυναίκα." (Θερβάντες) (σελ. 93)

Κανείς δεν είναι τόσο έξυπνος ώστε να καταλάβει το κακό που προκαλεί. (σελ. 127)

"Έχουμε λησμονήσει προ πολλού", γράφει ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στο Μονόδρομο, "το τελετουργικό με το οποίο ανεγέρθηκε το σπίτι της ζωής μας. Όταν όμως πρόκειται να δεχθεί επίθεση και ήδη το πλήττουν οι βόμβες του εχθρού, τι ρημαγμένες, τι αλλόκοτες αρχαιότητες δεν φανερώνονται μες στα θεμέλια." (σελ. 143)

"Η φήμη", είπε τότε ο Μαρέ, "είναι φτιαγμένη από χιλιάδες ψιθύρους και παρεξηγήσεις που συνήθως ελάχιστη σχέση έχουν με τον πραγματικό άνθρωπο". (σελ. 154)

Είναι παράξενο που σχεδόν κανείς δεν δέχεται συμβουλές, ενώ, αντίθετα, δέχεται λεφτά, ίσως τα λεφτά ν' αξίζουν περισσότερο. (σελ. 181)

Οι νέοι φαντάζονται ότι το χρήμα είναι τα πάντα, κι όταν μεγαλώνουν ξέρουν ότι είναι αλήθεια. (σελ. 196)

"Αφού ζήσει κάποιος στο Παρίσι , μετά είναι ανίκανος να ζήσει οπουδήποτε, ούτε καν στο ίδιο το Παρίσι" (Τζον Άσμπερι) (σελ. 204)

Η Ζαν Μπουτάντ - ψευδώνυμο της Εστέλα Καρέγιο - επαναλάμβανε συχνά αυτή τη φράση: "Κανένας άνθρωπος δεν ξέρει καλά τι είναι, κανένας άνθρωπος δεν είναι κάποιος." (σελ. 214)

Σύμφωνα με τον Έρασμο, όποιος γνωρίζει την τέχνη να συμβιώνει με τον εαυτό του δεν πλήττει ποτέ. (σελ. 220)

Οι άνθρωποι χωρίς φαντασία νομίζουν ότι και οι υπόλοιποι άνθρωποι κάνουν μια συνηθισμένη ζωή. (σελ. 222)

Η πείρα είναι σαν χτένα για φαλακρό. (σελ. 226)

Ο φίλος του ο Γκάρυ Κούπερ μόλις είχε πει ότι ευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος που την ημέρα, λόγω της δουλειάς του, και τη νύχτα, λόγω της κούρασης, δεν έχει χρόνο να σκέφτεται τα θέματά του. (σελ. 247)



17 Νοεμβρίου 2013

Εκδόσεις.

Κάπου, στο διαδίκτυο, πέτυχα μια αναφορά στις εκδόσεις Les Editions Derriere La Salle De Bains. Εκδίδουν καλόγουστα βιβλιαράκια φυσαρμόνικες, απ' ό,τι κατάλαβα. Παρήγγειλα το πιο φθηνό, και πιο παιχνιδιάρικα σέξι, από τη μικροσκοπική τους σειρά Pickpocket. Μαζί με αυτό, μου έστειλαν και ένα φυλλάδιο με ένα σχέδιο του Τζαρά.



Που μου θύμισε εκείνη τη σειρά με τα μυθολογικά τέρατα των Beetroot.


Jules and Jim του François Truffaut

Στο μυθικό φιλμ του Truffaut, υπάρχουν δυο τρυφερές αναφορές στο σχέδιο.

Η πρώτη,



και η δεύτερη.




In a Lonely Place του Nicholas Ray


Διαπιστώνει ο οργίλος συγγραφέας Dixon Steele. Μόλις έχει πείσει την κοπέλα της γκαρντορόμπας να ακυρώσει το ραντεβού της και να πάει στο σπίτι του. Να του αφηγηθεί την ιστορία του βιβλίου που διάβαζε. Έχει αναλάβει να το διασκευάσει για τον κινηματογράφο και βαριέται να το διαβάσει. Όταν θα βαρεθεί το λογίδριο της νεαράς και του τραβήξει την προσοχή η εντυπωσιακή γειτόνισσα -απέναντι, στο παράθυρο - θα διώξει, αγενέστατα, την κοπέλα της γκαρνταρόμπας. Η κοπέλα, στο δρόμο της επιστροφής θα δολοφονηθεί. Το μόνο άλοθι του Dixon είναι η γειτόνισσα Laurel Gray. Οι ζωές τους θα ενωθούν. Αλλά ο άγριος χαρακτήρας του και η πιέση των ερευνών για το δολοφόνο θα δοκιμάσουν τη σχέση τους. Ανάμεσα σε όλα αυτά, έχουμε και την περιγραφή της ιδανικής ερωτικής σκηνής.





15 Νοεμβρίου 2013

Nattvardsgästerna του Ingmar Bergman

Μια κρύα μέρα, ο ελαφρά κρυωμένος, χήρος, πάστορας Tomas Ericsson θα νιώσει το κενό. Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας, θα του φανούν όλα ψεύτικα, μάταια. Θα χάσει την πίστη του, θα αναθεωρήσει την, έτσι κι αλλιώς μουντή, μετά το θάνατο της γυναίκας του, ζωή του. Τα προβλήματα του ποιμνίου του θα τα αντιμετωπίσει μηχανικά. Θα ραντίσει τον κόσμο με χολή. Μερικούς θα τους πάρει στο λαιμό του. Από το θυμό που του προκαλεί το υπαρξιακό του άγχος δε θα γλιτώσει ούτε η γυναίκα με την οποία έχει κρυφή σχέση. Και οι μπεργκμανικοί τσακωμοί ζευγαριών είναι αξεπέραστοι.