22 Αυγούστου 2014

Pietr the Latvian, του Georges Simenon


"...and did his best to straighten out his tie - he'd never learned how to do a proper knot." P.3

"The Majestic could not stomach him. Maigret persisted in being a big black unmoving stain amidst the gilding, the chandeliers, the comings and goings of silk evening gowns, fur coats and perfumed, sparkling silhouettes." P.15

"Inside every wrong-doer and crook there lives a human being. In addition, of course, there is an opponent in a game, and it's the player that the police are inclined to see. As a rule, that's what they go after...But what he sought, what he waited and watched out for, was the crack in the wall. In other words, the instant when the human being comes out from the opponent." P.38

"Seats flapping up made aracket and shuffling feet sounded like the swell of the sea." P.57

"He looked like a tourist in a historic church trying to work out without the help of a guide what there was to inspect." P.85

"Every race has its own smell, and other races hate it." P.115

"...the veneer of polite indifference that passes fot human relations in everyday life." P.144

Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν, του Juan Gabriel Vasquez


"...επίσης, με πόση ορμή και αφοσίωση αποδυόμαστε στη βυθομέτρηση της μνήμης, κάτι που, στο κάτω κάτω, δεν κάνει και πολύ καλό..." Σελ. 13

"...για να δει στο πρόσωπο του μοναδικού οικείου του την έκφραση της έκπληκτης αγάπης που όλοι μας, κάποια φορά στη ζωή μας, θέλουμε να δούμε ή και να προκαλέσουμε τεχνητά." Σελ. 27

"Δεν υπάρχει πιο αξιοθρήνητη μανία ή πιο επικίνδυνο καπρίτσιο απ' το να κάνουμε εικασίες για δρόμους που δεν έχουμε πάρει." Σελ. 35

"(εκείνη την εβδομάδα έπαιζαν έναν κύκλο Μπουνιουέλ, εκείνη τη μέρα παιζόταν Ο Σιμόν της ερήμου, αποκοιμήθηκα στο πρώτο τέταρτο.)" Σελ. 37

"Η άρχουσα τάξη της χώρας μας, επίβουλη και πανούργα, ανέκαθεν ορεγόταν να προσεταιριστεί την κουλτούρα." Σελ. 48

"Θέλω να γευτώ τη σιωπή, σκέφτηκα τότε: ένα στίχο του Λεόν ντε Γκρεϊφ, ενός ακόμα από τους ποιητές που συνήθιζα ν' ακούω στο Σπίτι του Σίλβα - η ποίηση μας βρίσκει τις πιο απροσδόκητες στιγμές." Θέλω να γευτώ τη σιωπή, / ανίατος από συντροφιά. / Αφήστε με μόνο." Αυτό είπα στους γονείς μου: αφήστε με μόνο." Σελ. 57

"Όμως σε όλες τις λατινοαμερικανικές πόλεις υπάρχουν ένα-δυο σημεία που ζουν εκτός χρόνου, που παραμένουν αμετάβλητα ενώ όλα γύρω τους μεταμορφώνονται." Σελ. 75

"Οι ουλές είναι πειστικές." Σελ. 77

"Μετά από λίγο μου πρόσφερε έναν μαύρο καφέ που είχε παρασκευάσει βυθίζοντας μια σκούρα κάλτσα γεμάτη αλεσμένους κόκκους σ' ένα τσίγκινο κατσαρολάκι όλο γκρίζα βαθουλώματα..." Σελ. 78

"Ωστόσο, είχα μάθει πολύ καλά πως κάτι τέτοιες λεπταισθησίες δεν χρησιμεύουν σε τίποτα στον αληθινό κόσμο, και πολλές φορές είσαι αναγκασμένος να τις θυσιάζεις για να πεις στον άλλο αυτό που θέλει να ακούσει, και ν΄αφήνεις ειλικρίνειες στην μπάντα (η ειλικρίνεια είναι ατελέσφορη, δεν οδηγεί πουθενα)." Σελ. 81

"Ακούγεται ένας ήχος που δεν μπορώ, που ποτέ δεν μπόρεσα να ταυτοποιήσω: ένας ήχος που δεν είναι ανθρώπινος ή είναι παραπάνω από ανθρώπινος, ο ήχος από ζωές που χάνονται, αλλά κι ο ήχος από υλικά που σπάνε. Είναι ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν από ψηλά, ένας ήχος διακεκομμένος και εξ αυτού αέναος, ένας ήχος που δεν τελειώνει ποτέ..." Σελ. 89

"Η εμπειρία, αυτό που λέμε εμπειρία, δεν είναι η λίστα απογραφής των πόνων μας, αλλά η αλληλεγγύη μας στους ξένους πόνους." Σελ. 90

"...μια φωνή νεανική αλλά μελαγχολική, μια φωνή κουρασμένη αλλά αισθησιακή ταυτόχρονα, η φωνή μιας γυναίκας που πρέπει να μεγάλωσε πρόωρα." Σελ. 93

"Έβγαλε τα γυαλιά της και τσίμπησε τη μύτη της ανάμεσα στα μάτια - κλασική κίνηση κάποιου που δε θέλει να κλάψει. Αναρωτήθηκα σε ποιο σημείο του γενετικού μας κώδικα βρίσκονται αυτές οι κινήσεις που επαναλαμβάνονται σχεδόν σ΄όλο τον κόσμο, ανεξαρτήτως φυλής ή κουλτούρας. Αλλά μπορεί και να μην είναι έτσι, μπορεί να μας έχει κάνει να το πιστέψουμε ο πανταχού παρών κινηματογράφος." Σελ. 112

"Είναι σκληρό το βλέμμα των απόντων." Σελ. 116

"Όλα αυτά αισθάνθηκα και, στο τέλος, όλα συρρικνώθηκαν σε μια τρομερή μοναξιά, μια μοναξιά χωρίς φανερό λόγο και, ακριβώς γι αυτό, ανήκεστη: τη μοναξιά ενός παιδιού." Σελ. 142

"...και έπιασαν να κουβεντιάζουν για φιλοδοξίες και σχέδια, πεπεισμένοι, όπως μόνο οι καινούργιοι εραστές μπορούν να είναι, πως όταν λες αυτό που θες να πεις, είναι σαν να λες  ποιός είσαι." Σελ. 159

'Βέβαια, ανέκαθεν υπήρξαν εκπλήξεις - οι Κολομβιανοί τις φυλάνε για να είναι πάντα απρόβλεπτοι (στη συμπεριφορά τους και στον τρόπο σκέψης τους: ποτέ κανείς δεν ξέρει τι πραγματικά έχουν στο μυαλό τους)." Σελ. 175

"...ένιωσε μια από τις θλίψεις που τις υπομένουμε επειδή εμφανίζονται σε χαρούμενες στιγμές..." Σελ. 178

"Ένα πράγμα έμαθα: αφού οι χωριάτες είναι συνηθισμένοι να τους διατάζουν, άρχισα κι εγώ να φέρομαι σαν αφεντικό." Σελ. 189

"Η ενηλικίωση φέρνει μαζί της την καταστροφική ψευδαίσθηση του αυτοελέγχου, ίσως δε να εξαρτάται κι απ' αυτήν. Εννοώ την αυταπάτη ότι εξουσιάζουμε τη ζωή μας, που μας επιτρέπει να νιώθουμε ενήλικες, καθότι συναρτάμε την ωριμότητα με την αυτονομία, το κυρίαρχο δικαίωμα να καθορίζουμε τι θα μας συμβεί μετά." Σελ. 225

"Αυτά είναι πράγματα που τα αναφέρεις τις πρώτες στιγμές μιας φιλίας, όταν συστήνεσαι και παρέχεις μια-δυο πληροφορίες για να δώσεις την ψευδαίσθηση της οικειότητας." Σελ. 228

"Το πιο λυπηρό πράγμα που μπορεί να συμβεί σ' έναν άνθρωπο, είναι ν' ανακαλύψει ότι οι αναμνήσεις του είναι ψεύτικες." Σελ. 254

"...αν και δεν ενδεικνύεται να σκέφτεσαι στα σκοτεινά: τα πράγματα στα σκοτεινά φαντάζουν πιο μεγάλα ή πιο σοβαρά, οι αρρώστιες πιο ολέθριες, η παρουσία του Κακού πιο κοντινή, η αδιαφορία πιο έντονη, η μοναξιά πιο βαθιά. Γι' αυτό μας αρέσει να κοιμόμαστε με κάποιον συντροφιά..." Σελ. 258

"Η Κολομβία παράγει φυγάδες, αυτό ειν' αλήθεια." Σελ. 272

Όλοι οι νεκροί έχουν το ίδιο χρώμα, του Boris Vian


"Η φωνή της ήταν τραχιά σαν γυαλόχαρτο. Δεν της έφτασε, και του 'ριξε δυο σκαμπίλια από κείνα που μετράνε στη ζωή ενός αρσενικού - ακόμα και σουρωμένου." Σελ. 14

"Όλα αυτά και το ουίσκι μαζί, και την επιθυμία να σπάω τα μούτρα κείνων των ηλίθιων που μεθοκοπάνε γιατί άπιωτοι δεν τολμάνε ν' ακουμπήσουν γυναίκα." Σελ. 34

"Μ' έσφιγγε ένα είδος αγωνίας: της αγωνίας του κυνηγημένου ανθρώπου, ή μάλλον εκείνης του γοητευμένου θηράματος που αφήνει ίχνη για να το βρει ο θηρευτής του." Σελ. 50

"...βαδίζοντας δίπλα στη σκιά μου που γύριζε σαν το δευτερολεπτοδείκτη κάθε φορά που προσπερνούσα ένα φανοστάτη." Σελ. 52

"Το κορμί μου ήταν κρύο και χαλαρό και οι μύες μου, νευρικοί, ταράζονταν από σπασμούς, πετάριζαν σαν άγρια ζωύφια κάτω από το δέρμα μου" Σελ. 55

"Το φύλο της ήταν ζεστό και σφιχτό σαν δαμάσκηνο χρυσωμένο απ' τον ήλιο." Σελ. 68

"Γαμώτο μου, με τουμπάρισε. Μάλιστα, με τουμπάρισε τούτη δω η πουτάνα. Μα τι διάολο έχουν μέσα τους;
Τι τους κάνει να λένε τέτοια πράγματα;" Σελ. 71

"Ήταν άκαμπτος και παγωμένος σαν πλάκα από μπετό. Όπως όταν τα κακαρώνει κανείς πάνω σε καβγά." Σελ. 80

Λεβιάθαν, του Arno Schmidt


"Η λατρεία του Αλέξανδρου συγχωρείται το πολύ σε εικοσάχρονους· αργότερα κάτι τέτοια σε καθιστούν ύποπτο· σε ό,τι αφορά την κρίση ή τον χαρακτήρα." Σελ. 7

"Τι κραυγαλέο τέρας να είναι αυτό, εκεί ψηλά στον ουρανό, που κάνει τη γιγάντια γη να καίει έτσι·" Σελ. 9

"Το πιο όμορφο ήταν το τσουχτερό καλοκαιρινό πρωινό αγέρι στο όνειρο, ξεκάθαρα όλα τα αντικείμενα, με λίγες καθάριες σκιές-κάτι τέτοια τα βλέπεις μόνο όσο είσαι αγόρι." Σελ. 10

"Ουρανός καψογάλανος και φρικτά ασύννεφος (κάλλιο ουρανός χωρίς θεούς παρά δίχως σύννεφα !)" Σελ. 10

"Οι γνώσεις μας παραμένουν ελάχιστες· ένα είναι πάντως σίγουρο, ότι σε ακατονόμαστα βάθη του διαστήματος στέκουν οι φοβεροί φλογοδράκοντες, φλογόγλωσσες παίζουν σουσαμομεγέθεις (τι λέξις!), φλογοπυγμές μαίνονται βροντώντας σε καυσόστηθα -- μη το σκέφτεσαι, μη· είμαστε χαμένοι.-" Σελ. 11

"Άνθρωποι και θεοί μπορούν να δώσουν τα χέρια τους· είναι αντάξιοι ο ένας του άλλου." Σελ. 13

"...είν' ένα στράτευμα κρυφό στα σύννεφα ψηλά." Σελ. 13

'Έτσι άγγιζα το δέρμα των χεριών μου όταν μεθούσα, απαθής και με μια ζέστα ευχάριστη..." Σελ. 16

"Όταν ήμουν νέος άνθρωπος το φεγγάρι μου κρεμόταν σαν φρούτο με αφράτη φλούδα μεταξένια και ραγισμένο αργυροπυρήνα στις κληματαριές." Σελ. 16

"Το κεφάλι στο χέρι (σφαιροβολία)." Σελ. 17

"...έτσι κι αλλιώς υπάρχουν περισσότερα βιβλία, από ό,τι μάτια για να τα διαβάσουν." Σελ. 17

"(ίσως και ρέπω τόσο στην αυτοπαρατήρηση απλά και μόνο επειδή τόσον καιρό υπήρξα το μόνο μου αντικείμενο - εγώ, και κάτι λίγα άστρα." Σελ. 19

"...βυθίστηκα στο λεπτό γαργαριστό μαυρόνερο μαξιλάρι, νύστες μακρύ..." Σελ. 22

"Δεν έχω πια την υπομονή να συλογιστώ κάτι σωστά, δεν έχω πια την υπομονή." Σελ. 23

"(Κι εγώ χαμήλωσα αξιοπρεπής τα μάτια: μα γιατί κι εγώ να μην είμαι κάποτε άνθρωπος-)" Σελ. 27

"Βροντοφωνάζω το ανάθεμά σας: ανακράζω την εξέγερση ενάντιά σας ! Για την επανάσταση των Καλών ενάντια στη Φύση και τον Θεό: καλώ τη νεολαία του κόσμου!" Σελ. 32

"(έτσι παίζει κανείς με τη φαντασία του· αφού δεν ξέρω να χειρίζομαι. Αντί για έργα)." Σελ. 40

"Ο ψίθυρος του σκότους ανακατώθηκε, λες και κάποιος ζωγράφος έκαμε χρώμα νυχτερινό." Σελ. 41

"Πάλι καλά που υπάρχει και κάποιο άπειρο--." Σελ. 45

"Ποτέ δεν λογομαχώ με ευλαβείς..." Σελ. 45

"Άνεμος σύριζε σαν κακό θεριό στη σκισμάδα κι έψαχνε στο άχυρο." Σελ. 48

"Κι ο εγκληματίας στο Βερολίνο κυνηγούσε όλο τον λαό στον θάνατο και στη φρίκη, για να γίνει όλο και πιο "μεγάλος" και "μοναδικός", ένα μπαστάρδι μεταξύ Νέρονα και Σαβοναρόλα· κρίμα μόνο, που θα ήταν αναγκασμένος να δραπετεύσει από τη δικαιοσύνη του απατημένου λαού, δειλότερος από κάθε του φαντάρο." Σελ. 48

"...-υπάρχει κάτι ξένο και αποπεμπτικό στα κοσμήματα και στα γιορτινά φορέματα των γυναικών" Σελ. 49

"Ξύπνησαν φυσικά οι πάντες και κοιτούσαν με πλαδαρά γκρίζα πρόσωπα τριγύρω τους (Καλά ντε· μη φοβάστε· η ίδια μιζέρια είναι ακόμη)." Σελ. 50

"Και τα μάτια τους έλαμπαν σαν τα τζάμια φλεγόμενων φρενοκομείων." Σελ. 54

"Χαϊδευτική σιωπή. Βαρύθυμα και πονηρά ξαναλύγισαν τα κόκκινα χείλη, χαμόγελα και λόγια, γεμάτα κινδύνους κι υποσχέσεις:"Κι ένας φύλακας άγγελος θα ήταν ό,τι πρέπει, ε; - "" Σελ. 56

"...πως καλούσε με την παταγώδη ευφράδεια της παράνοιας την κρατική νεολαία..." Σελ. 57

"Πριν, όταν ο παπάς πήγε, με την αδιάσειστη φιλαρέσκεια των ευλαβών, να ξαναδείξει μεγαλοφώνως και παραδειγματικώς πως προσεύχεται, τον έβαλαν επιτέλους πόστο: ο φαντάρος με τον επίδεσμο στο μέτωπο του σκλήρισε απειλητικώς: "Σταμάτα με τι σαβούρες σου-", κι ο γέρος σήκωσε το κεφάλι από το στήθος είπε δριμύς: "Για τον εαυτό σας μπορείτε να προσεύχεστε, όσο θέλετε, αλλά αφήστε εμάς στην ησυχία μας - τι ενοχλητικός-" μουρμούρησε αηδιασμένος." Σελ. 62

"Καθώς ούτε ο Στάλιν ούτε ο Χίτλερ ούτε στον πόλεμο των Μπόερς δεν εφευρέθηκαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, μόνο στον κόρφο της Ιεράς Εξέτασης· και την πρώτη δυτικοευρωπαϊκή επακριβή περιγραφή ενός καλοοργανωμένου στρατοπέδου συγκέντρωσης τη χρωστάμε βέβαια στη χριστιανικότατα διεστραμμένη φαντασία του Δάντη..." Σελ. 63

"Η φύση, δηλαδή ο Λεβιάθαν - δεν έχει να μας δείξει τίποτε τέλειο· πάντα τα καλά πνεύματα πρέπει να τη διορθώνουν. -Πρβλ. τον ορισμό της φύσης τη ποίησης του Πόου." Σελ. 63

"Ο θεός κάνει βόλτες σε τάπητες βομβών." Σελ. 65

"Κοκκινίζουμε στο φως. Oh, greasy Joan.
Τέλος" σελ. 68

"Μεγάλα άστρα αχνιστά (Πονηρά σαν μάτια· χασμουριούνται, βλεφαρίζουν. Όλη τη νύχτα)." Σελ. 73

"...αχ, και δροσερός γαλανός πρωινάνεμος μας έσυρε, γοργοφτερουγίζοντας κοφτά έστριβαν πάνω μας τα ρούχα." Σελ. 74

"Ο χρόνος είναι τουλάχιστον επιφάνεια κι όχι γραμμή· το πνεύμα είναι τη μέρα σαν τον ναυτικό πάνω σε ποτάμι και η ροή παρασύρει τη βάρκα· στο όνειρο, τη νύχτα, μπορεί να βγει και να περιδιαβάζει την επιφάνεια της ροής του χρόνου..." Σελ. 76

"Ο Δεινοκράτης αγωνιούσε κι ενδιαφερόταν σαν νιο κυνηγόσκυλο· " Σελ. 81

"Μακάρι να το κατάφερνε σύντομα η ανθρωπότητα, να καταστραφεί· φοβάμαι βέβαια: πως θέλει πολύ ακόμη, αλλά σίγουρα θα το πετύχουν." Σελ. 88

"(Έχουν λέξεις πολλές: Γνώστης της ζωής: είναι κάποιος, που γνωρίζει ακετές παλιανθρωπιές. - Ανοιχτός χαρακτήρας: έχει ξεχάσει επιτέλους όλα τα ιδανικά. - Επειδέξια παρουσία: θρασύς και από καιρό άξιος κρεμάλας.) Τούτοι είναι οι μικροί· και οι "μεγάλοι": κάθε πολιτευόμενο, πολιτικό, ρήτορα· ηγεμόνα, στρατάρχη, αξιωματικό πνίξτε τον επιτόπου, πριν βρει χρόνο ή ευκαιρία να αποκτήσει σε βάρος τηε ανθρωπότητας το όνομα του "μέγα". - Ποιος μόνο μπορεί να είναι μέγας; Καλλιτέχνες κι επιστήμονες! Κι άλλος κανείς! Κι από τούτους ο μικρότερος τίμιος είναι χίλιες φορές μεγαλύτερος από τον μέγα Ξέρξη. - Αν μου χάριζαν οι θεοί τρεις ευχές, τότε η μια θα ήταν να ελευθερωθεί αμέσως η γη από την ανθρωπότητα. Κι από τα ζώα (έχουν κι αυτά παραγίνει κακά). Τα φυτά ως τώρα καλύτερα (εκτός από τα εντομοφάγα) - Ο άνεμος δυνάμωσε."  Σελ. 88-89

"Τα σκοτεινά σοκάκια τρεκλίζουν μπροστά τους, φιδόδρομους τα έκανε το παγούρι." Σελ. 96

"Ύψωσε καραδοκώντας το κεφάλι: "Μισείς τους Ρωμαίους;" Φούσκωσα το στόμα, φώναξα ψιθυριστά: "Αναθεματίζω όλο το ανθρωπολόι!" Σελ. 106

13 Αυγούστου 2014

Ο Σέρλοκ Χολμς σώζων τον κ. Βενιζέλον, Ανωνύμου


"Γιατί αυτοί οι Ιταλοί με έχουν αρκετά βασανίση. Οι περισσότεροι απ' αυτούς είναι αναρχικοί, ύποπτοι και επικίνδυνοι" Σελ. 29

¨Κ.Κ.Κ. είναι το σύμβολον της μεγάλης εγκληματικής 'Κιου-Κλουζ-Κλαν'. Η μυστικότης της εταιρίας αυτής είναι τρομερά. Το δε όνομά της παράγεται από την φωνητικήν ομοιότητα των λέξεων αυτών με τον ήχον τον παραγόμενον από την ανύψωσιν της σκανδάλης του όπλου. Ο φοβερός αυτός συνεταιρισμός ιδρύθη εις την Αμερικήν...Σκοποί αυτής: Δολοφονίαι πολιτικαί και μη. Κατά δεύτερον λόγον ληστείαι." Σελ. 32

"-Ο ιδιαίτερος γραμματεύς του εξοχωτάτου κ. Πρωθυπουργού της Ελλάδος; ηρώτησεν ο Σέρλοκ.
-Ολόκληρος." Σελ. 38

"...και μιαν ομάδαν νέων, η οποία συζητούσα περί 'μονισμού' και 'δυισμού' και των διαφόρων φιλοσοφικών συστημάτων επηγαινοέρχετο καπνίζουσα..." Σελ. 41

"Γύρω μου πλήθος ωραία και κομψαί κυρίαι μου απησχόλουν το βλέμμα." Σελ. 49

"-Παντού, εσκέφθην, η ασχήμια κοντά στην ομορφιά. Είναι κανών της ζωής αυτό." Σελ. 50

"Κάποτε όταν ήτο μαθητής ανέγνωσεν εις κάποιο βιβλίον ότι εκείνοι που καπνίζουν όποιον βλέπουν ωραία όνειρα. Ο Ουίτνεϋ έκαμε κι αυτός δοκιμήν και επείσθη ότι μερικαί κακαί έξεις αποκτώνται εύκολα, αλλά κατόπιν δεν αποβάλλονται." Σελ. 74

"Ημπορώ εγώ νεαρά γυνή, δειλή και μόνη να εισδύσω εις μιαν τοιαύτην τρώγλην, εντευκτήριον ανεγνωρισμένων φαυλόβιων, δια να αποσπάσω τον σύζυγόν μου από την επαίσχυντον εκείνην συντροφιά;" Σελ. 75

"Το έδαφος δε και οι τοίχοι του ήσαν κεκαλυμμένοι υπό στενών ξύλινων κλινών, ομοίων με τας κλίνας των κοιτωνίσκων της τρίτης θέσεως πλοίου εκ των μεταφερόντων μετανάστας." Σελ. 76

"Αλλά ήτο άνθρωπος των διασκεδάσεων. Μείνας άγαμος εώς την ηλικίαν αυτήν αν και δεν είχεν υπερβή τα τεσσαράκοντα χρόνια του- δεν εννοούσε ποτέ να κοιμηθεί ενωρίς. Ήτο ξενύχτης φοβερός." Σελ. 100

"Αλλά πόσαι ολόκληραι ανθρώπιναι ζωαί θα αρκούσαν για να μάθη κανείς τόσας γλώσσας, όσαι υπάρχουν εις τον κόσμον μη εξαιρουμένης ούτε της κινεζικής, ούτε της αλβανικής, ούτε των γλωσσών της Κεντρικής Αφρικής;..." Σελ. 106

"Είναι αληθινά πολύ λογική η γυναίκα μου, αλλά δεν χωνεύει ποτέ μιαν αταξίαν της ζωής. Ίσως και να μη έχη και άδικον όμως..." Σελ. 117

"Διότι είναι δυστυχής και πτωχός και όμως αναμειγνύεται εις πατριωτικάς αντεκδικήσεις και εις πολιτικά εγκλήματα." Σελ. 121

"Άλλως τε οι Άγγλοι είναι ολιγώτερον φιλοπερίεργοι παντός άλλου λαού." Σελ. 134

"Εκείνην την στιγμήν έκαμα την σκέψιν: Πόσον όλοι αγαπούν την Ελλάδα!" Σελ. 142

"Παρετήρησα ότι πολλάκις η έκπληξη έχει κάτι τι απρόοπτον, κάτι τι που εξαφανίζει, μας παραλύει τελείως, μας κάμνει θαύματα, μας παρασύρει και μας εξουδετερώνει όσον ούτε ο μεγαλύτερος κίνδυνος, όσον ούτε η μεγαλυτέρα αγάπη, όσον ούτε η μεγαλυτέρα μας πεποίθησις." Σελ. 147

"Αλλού εργοστάσια ποικίλα έκοπτον την ποίησιν του τοπίου, αλλά εις άλλα σημεία κτηνοτροφεία παμμέγιστα εξάπλωναν την ποίησιν της ζωής, της φυσικής ζωής γύρω..." Σελ. 186

"Εις τα κανονικά και λεπτά χαρακτηριστικά της εζωγραφίζετο όλη η νωχέλεια και όλος ο ηδονισμός της Εγγύς Ανατολής. Το λευκόν και λεπτόν δέρμα της εδείκνυεν ότι αν δεν ήτο χανουμάκι, εξ άπαντος επλάσθη εις εκείνα τα μέρη όπου τα ωραία χαρέμια με τα ανθρώπινα άνθη αφθονούν...Αλλά ιδιαιτέρως τα λάγνα της μάτια -τι θάλασσα καιόμενη ήταν εκείνη!- με εμαγνήτισαν..." Σελ. 188

A woman without a passport, του Joseph H. Lewis





-







-







9 Αυγούστου 2014

Οι αναμνήσεις του αββά Ντε Σουαζί που ντυνόταν σαν γυναίκα, του Francois-Timoleon de Choisy


"Στις γυναίκες αρέσει να ακολουθούμε τις συμβουλές τους." Σελ. 16

"...οι άντρες, όταν πιστεύουν πως είναι ωραίοι, το δείχνουν δυο φορές περισσότερο απ' ό,τι οι γυναίκες." Σελ. 17

"Έπειτα από το δείπνο ήπιαμε ένα ποτηράκι κοκκινέλι από το Τορίνο· τότε δεν ξέραμε ούτε τον καφέ ούτε τη σοκολάτα και αρχίζαμε να μαθαίνουμε το τσάι." Σελ. 31

"Η μικρούλα έλεγε τους στίχους της αρκετά άσχημα, αλλά ήξερα ότι με λίγη μελέτη θα τους έλεγε καλά όσο κι εγώ. Τους καταλάβαινε, κι είναι αρκετό να καταλαβαίνεις κάτι για να το προφέρεις σωστά." Σελ. 38

"...οι έπαρχοι είναι οι βασιλιάδες της επαρχίας και ό,τι και να κάνουμε για να τους τιμήσουμε είναι λίγο." Σελ. 42

"Μια σύντομη απουσία ανοίγει την όρεξη." Σελ. 45

"...στην επαρχία αρέσει σε όλους να μαθαίνουν τα νέα." Σελ. 50

"Κύριε", του είπα, "είμαι ευτυχής και κυρία του εαυτού μου, δε θέλω λοιπόν να γίνω σκλάβα· ομολογώ ότι ο ιππότης είναι νόστιμος· θα βρω την ευκαιρία να τον ευχαριστήσω, αλλά δεν πρόκειται να τον παντρευτώ." Σελ. 54

"Δεν απαντούσε κι αναστέναζε. την πίεζα όλο και περισσότερο, ένιωθα την αντίστασή της να χαλαρώνει, προσπάθησα πιο πολύ και έφερα σε πέρας αυτό το είδος μάχης όπου νικητής και ηττημένος διεκδικούν την τιμή του θριάμβου." Σελ. 59

"Είναι μεγάλη ευχαρίστηση για μια νέα που μόλις έχει απομακρυνθεί από τα φουστάνια της μάνας της να προστάζει ως κυρία." Σελ. 62

"Έκανα αυτή τη γλυκιά ζωή και το ένιωσα πολλές φορές αυτό που λέω· κι όταν βρισκόμουν στους χορούς και στα θέατρα με τα κομψά φουστάνια μου και τα διαμαντικά μου κι άκουγα δίπλα μου: " Να και μια ωραία παρουσία", ένιωθα μέσα μου μια ευχαρίστηση που δεν συγκρίνεται με καμία άλλη, είναι τόσο μεγάλη. Η φιλοδοξία, τα πλούτη, ακόμα κι ο έρωτας, δεν μπορούν να μας δώσουν μεγαλύτερη, διότι πάντα αγαπάμε τον εαυτό μας περισσότερο από τους άλλους." Σελ. 76

"Η Όπερα όμως δεν είναι το ίδιο πράγμα· οι θέσεις είναι ακριβές και ο κόσμος θέλει να απολαύσει το θέαμα." Σελ. 94

"Τουλάχιστον", μου είπε χαμηλόφωνα, "μπορεί να είστε κοκέτα, αλλά είστε και σεμνή. Το ένα δίνει άφεση στο άλλο." Σελ. 113

"Πράγματι, όσο κι αν προσπαθούμε να κρυφτούμε στα έργα μας, η γυναίκα φαίνεται σε χίλια δυο σημεία τους, και τα μεγάλα αισθήματα, τα προδομένα, τα προσποιητά, τα υπέροχα, δεν μπορούν να κρύψουν από τα μάτια του προσεκτικού αναγνώστη μια κάποια χαλαρότητα, μια κάποια αδυναμία που είναι στο χαρακτήρα μας και στην οποία υποκύπτουμε πάντα. Δεν πρέπει λοιπόν να εκτιμάμε τον εαυτό μας για κάτι περισσότερο απ' ό,τι αξίζουμε. Όποιος πιστεύει ότι μια νεαρή νοστιμούλα που μεγάλωσε μες στα μετάξια μπορεί να γράψει όπως ο κύριος Πελισόν κάνει λάθος" Σελ. 117

"Μου άρεσαν οι χοροί, το θέατρο, οι παρέες, τα ξεφαντώματα, και τώρα δεν μου αρέσει τίποτε από όλα αυτά. Ευτυχία της ζωής μου είναι πια να μένω μόνη και να σκέφτομαι αυτόν που αγαπώ. Να λέω ψιθυριστά, θα έρθει όπου να 'ναι, ίσως θα μου πει το σ' αγαπώ, γιατί, κυρία, δεν μου το έχει πει ακόμα, το στόμα του δεν έχει προφέρει μέχρι τώρα αυτές τις γλυκιές λέξεις, αυτό το: πόσο σας αγαπώ! Είναι αλήθεια ότι τα μάτια και οι πράξεις του μου το έχουν πει εκατό φορές." Σελ. 131-132

"Οι ματιές, οι στεναγμοί, ήταν γι αυτούς μια γλώσσα που τη μαθαίνουν γρήγορα οι ερωτευμένοι, και η αμηχανία που ένιωθαν κι οι δυο ήταν σημάδι του έρωτα που φούντωνε." Σελ. 134

"Τους βρήκε να κλαίνε και να γελούν ταυτόχρονα και σκέφτηκα ότι αυτά τα δάκρυα δεν ήταν ανάγκη να τα σκουπίσουν." Σελ. 135